Το Ευαγγέλιο του Γκάτσμπυ και του Ντρέιπερ

Τί θα συμβεί αν ο αυτοδημιούργητος άνθρωπος ξυπνήσει μια μέρα και μισεί τον εαυτό του;

Τί αγαπά ο αυτοδημιούργητος άνθρωπος;

Είναι μια φιγούρα με την οποία όλοι είμαστε εξοικειωμένοι, ο αυτοδημιούργητος άνθρωπος, ειδικά όπως οι Αμερικανοί. Κάποιος από το Πουθενά αποφασίζει ότι, χρησιμοποιώντας την έμφυτη εξυπνάδα ή ευστροφία ή φιλοδοξία του, πρόκειται να γίνει κάποιος, που να κάνει τη διαφορά, κάτι τέτοιο.

Και έτσι αγαπάμε ιστορίες σαν του Kurt Warner, του εργαζόμενου του σούπερ μάρκετ που έγινε θρύλος του NFL. Το λατρεύουμε στις ιστορίες που μας λένε οι Πρόεδροί μας για τον εαυτό τους. Ο Τζορτζ Ο. Μπους, ο νεότερος, αυτοαποκαλέστηκε “μαθητής του C,” λιτός, με τη βοήθεια της Λόρα.  Ο Ομπάμα προήλθε από ένα χωρισμένο σπίτι, και ποτέ δεν γνώρισε πλήρως τον πατέρα του. Ακόμη και ο Λίνκολν ξεκίνησε την ιστορία του από μια ξύλινη καλύβα.

Ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο ως Τζέι Γκάτσμπυ  και η Κάρεϊ Μάλιγκαν ως Ντέιζι Μπιουκάναν στο Ο Υπέροχος Γκάτσμπυ / Warner Bros

Ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο ως Τζέι Γκάτσμπυ
και η Κάρεϊ Μάλιγκαν ως Ντέιζι Μπιουκάναν
στο Ο Υπέροχος Γκάτσμπυ / Warner Bros

Λατρεύουμε αυτό το πράμα, το άτομο που έρχεται από το τίποτα. Μας λέει ότι ο καθένας από οπουδήποτε μπορεί να αφήσει το σημάδι του στο Αμερικανικό τοπίο—ότι ο καθένας μπορεί να αλλάξει τον κόσμο.

Αλλά πώς είναι να είσαι στο άλλο άκρο; Τί συμβαίνει αν ξοδέψεις την ύπαρξή σου φτιάχνοντας τον εαυτό σου, μόνο και μόνο για να κοιτάξεις τη ζωή σου και να συνειδητοποιήσεις ότι μισείς τα πάντα σχετικά μ’ αυτήν, καθέναν σε αυτήν, ότι η θέση που είσαι ενσαρκώνει ό,τι μισείς;

Θέλεις να είσαι ο εαυτός που έφτιαξες;

Η χρησιμότητα του Μπαζ Λούρμαν, αν στερούνταν ερμηνείας στο Ο Υπέροχος Γκάτσμπυ θα μας έκανε να πιστέψουμε—με τους ατελείωτους υποβολείς που είτε ενημερώνουν το κοινό είτε αφαιρούν τη λεπτότητα του βιβλίου, ανάλογα πως το βλέπετε—ότι η αυτοεφεύρεση του Γκάτσμπυ (ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο γεννήθηκε γι’ αυτό το ρόλο) είναι όλα για την Ντέιζι. Ο Νικ Κάραγουεϊ που τον ενσαρκώνει ο Τόμπι Μαγκουάιρ, με δέος: “Τα πάντα—τα έκανε όλα για την Ντέιζι.” Το αρχοντικό του Γκάτσμπυ και το αγνό γκαζόν, τα γελοία πλούτη του, τα πάρτι, η γενναιόδωρη ασωτία, ήταν όλα για την Ντέιζι (Κάρεϊ Μάλιγκαν). Θα τη γνώριζε μόλις πριν πέντε χρόνια, αλλά υποτίθεται ότι, σε εκείνο το σημείο, ο ίδιος αποφασίζει να έχει τα πάντα—με σκοπό να κερδίσει την Ντέιζι.

Πολύ κρίμα για τον Λούρμαν, τότε, που κι εμείς επίσης πηγαίνουμε πίσω στη νεότητα του Τζέι Γκάτσμπυ, όταν ήταν απλά ο Τζέιμς Γκατς, ο γιος των πάμπτωχων αγροτών απ’ την Νεμπράσκα με τίποτε άλλο εκτός από μια ξύλινη καλύβα στο όνομά τους. Ο Νικ παίρνει την κατάσταση στα χέρια του: “Ο Γκάτσμπυ δεν θεώρησε [τους γονείς του] ότι είναι οι γονείς του· όχι πραγματικά. Θα κοίταζε έξω από τη στέγη του ψηλά τα αστέρια και θα ονειρευόταν μια άλλη ζωή.” Ο Γκάτσμπυ είχε αποφασίσει—πολύ πριν συναντήσει την Ντέιζι—ότι το δικό του όνειρο για τον εαυτό του, για το ποιος θα μπορούσε να είναι, χάλκευε οποιεσδήποτε συνδέσεις με τους ανθρώπους γύρω του.

Που παρέχει το πλαίσιο για το ξέσπασμα του Γκάτσμπυ όταν η Ντέιζι τού ζητά να το σκάσει μακριά μαζί της, μια σκηνή που ο Λούρμαν χειρίζεται με αβεβαιότητα, καθώς έρχεται σε αντίθεση εξ ολοκλήρου με τη μεγαλειώδη σαρωτική Ρωμαιο + Ιουλιετό-φιλη ιστορία αγάπης που θέλει να πει. Αλλά ο Ντι Κάπριο καταλαβαίνει: ο Γκάτσμπυ είναι αναστατωμένος επειδή περισσότερο από το να θέλει απλά την Ντέιζι για δική του, επιδιώκει ένα όραμα που θέλει να είναι. Αγαπά την Ντέιζι εφόσον η Ντέιζι θέλει να ζήσει τη δική του ζωή, σε ένα κάστρο με πύλες εισηγμένες από ένα παλιό Ολλανδικό μοναστήρι, ένα κάστρο όπου στελεχώνει ένας μακρινός συγγενής του Μπετόβεν ως ο μόνιμος μουσικός του, που διαθέτει ένα υπνοδωμάτιο με μια κυριολεκτικά καλυμμένη γύρω-γύρω πασαρέλα.

Δίχως σαφή κατανόηση αυτού του πυρήνα της ιστορίας του Φιτζέραλντ, η ταινία τα κάνει θάλασσα, δεν είναι σίγουρη αν ο Γκάτσμπυ είναι ναρκισσιστής, αθεράπευτα ρομαντικός, ή ένας αιώνια αισιόδοξος. O Λούρμαν προσπαθεί σκληρά να μας πείσει, αλλά η ρητορική “όλα για την Ντέιζι” δεν πείθει και πολύ.

Ήταν για τον εαυτό του. Ό,τι αγαπά ο Γκάτσμπυ είναι ένα όνειρο ενός κόσμου, ενός όπου είναι βασιλιάς, ο εκλεκτός, ο καλύτερος—και αυτός που, τυχαία και ίσως κατά λάθος, περιλαμβάνει την Ντέιζι.

Έτσι, όταν ο Νικ δηλώνει ότι ο Γκάτσμπυ ήταν “ο πιο ελπιδοφόρος άνθρωπος που είχα ποτέ συναντήσει,” δεν κάνει λάθος. Αλλά ό,τι ονειρεύεται ο Γκάτσμπυ, με καθαρότητα όρασης ασύγκριτη με οποιουδήποτε άλλου, ήταν ένα όνειρο του εαυτού του, ένα όραμα για τον εαυτό του, μια ζωή όπου όλα γυρίζουν γύρω από το κέντρο κατασκευασμένο απ’ τον Γκάτσμπυ.

Αυτό είναι ένα πρόβλημα της ανθρώπινης φύσης. Μπορεί κάποιος σαν τον Γκάτσμπυ—γιατί πρώτα απ’ όλα, είναι ένας τύπος, μια αναπαράσταση του αυτοδημιουργημένου ανθρώπου γραμμένη με μεγάλα γράμματα—πραγματικά να αγαπά κάποιον ολόψυχα; Μπορεί να δώσει τον εαυτό του για κάποιον άλλο;

Ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο ως Τζέι Γκάτσμπυ στο Ο Υπέροχος Γκάτσμπυ / Warner Bros

Ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο ως Τζέι Γκάτσμπυ
στο Ο Υπέροχος Γκάτσμπυ / Warner Bros

Και επιπλέον: είναι δυνατόν για τον Τζέι Γκάτσμπυ να αγαπά πραγματικά οποιονδήποτε, όταν μισεί τον Τζέιμς Γκατς τόσο πολύ; Μπορεί να αγαπάς μέσα από τη δική σου αυτοαπόρριψη, αυτοαπέχθεια;

O Γκάτσμπυ είναι ασυνάρτητος. Θέλει να αγαπά αγνά, αλλά θέλει επίσης και όλοι οι άλλοι να αγαπούν τον Τζέι Γκάτσμπυ όσο ο Τζέιμς Γκατς. Αυτό κάνει τον Γκάτσμπυ (συνειδητά ή όχι) ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα των προβλημάτων που τίθενται από το είδος του υπαρξισμού που πρεσβεύει ο Γάλλος φιλόσοφος Ζαν-Πολ Σαρτρ, του οποίου η κύρια θέση μπορεί να συνοψιστεί στο: “Δεν μπορείς να ανακατασκευάσεις τον εαυτό σου μισο-καρδίως.”

Σύμφωνα με τον Σαρτρ, όλη η ζωή είναι αυτοκαθοριζόμενη. Επιλέγεις ποιος είσαι και ποιος θα είσαι, με ποιον θα είσαι μαζί, τι θα επιδιώξεις, τι θα πετύχεις. Κανείς δεν μπορεί να το υπαγορεύσει αυτό σε σένα, και το να υποβληθείς στις προσδοκίες της κοινωνίας σου σημαίνει να δρας μη αυθεντικά—κάτι που πρέπει να καταδικαστεί. Η απάντηση του Σαρτρ στο μηδενισμό είναι απλά να συνεχίσει να υπάρχει: δεν υπάρχει υπέρβαση του κενού, μόνο να αγωνίζεσαι ενάντιά του. (Ο σύντροφος του Σαρτρ, Αλμπέρ Καμύ, ήταν λάτρης του μύθου του Σίσυφου, του άτυχου Έλληνα που ήταν καταδικασμένος να κυλάει ένα βράχο μέχρι το κορφή για όλη την αιωνιότητα, μονάχα για να κυλήσει και πάλι κάτω κάθε φορά. Στην επανάληψη του Καμύ, ο Σίσυφος θα μπορούσε να αλλάξει τη μοίρα του απλά επιλέγοντας να απολαύσει την κύλιση αυτή.)

Επίλεξε ποιος είσαι, τι θέλεις να είσαι και τι θέλεις γενικώς. Και μετά βάλτο σε λειτουργία. Το να κάνεις οτιδήποτε άλλο είναι ασυνάρτητο, ανόητο, και άνανδρο. Θα εγκαταλειπόταν.

Και στην πραγματικότητα, ο ήρωας του Σαρτρ—αυτός που απείχε από την ευτυχία για χάρη της συνέπειας, αυτός που αποτιμά δίνοντας νόημα περισσότερο από το να αισθάνεται ψεύτικα “εκπληρωμένος”—θα έμοιαζε πανομοιότυπα με τον Ντον Ντρέιπερ του Mad Men, έναν χαρακτήρα που έχει ξοδέψει πέντε (πηγαίνοντας για έξι) τηλεοπτικές σεζόν κυνηγώντας την ιδέα του για μια καλή ζωή. Αλλά ποτέ δεν την εκπλήρωσε, ακόμα και όταν φαινόταν ότι μπορούσε.

Ως η επιτομή του αυτοδημιούργητου ανθρώπου, ο Ντον Ντρέιπερ ενσαρκώνει το είδος της επιτυχίας που μπορεί να είναι δυνατή για κάποιον που πήρε την αντίληψη του Σαρτρ για το σύμπαν στα σοβαρά. Είναι σεβαστός, πλούσιος, σέξι, και επιτυχημένος, και μπορεί να έχει κάθε κορίτσι που θέλει. Έχει ένα σπουδαίο διαμέρισμα και μια ακόμα καλύτερη κάβα.

Το Mad Men δεν υπήρξε ποτέ ένα σόου ενός άνδρα που πάει τον εαυτό του μπροστά με τις δικές του προσπάθειες: ξεκίνησε με τον Ντον να είναι παντρεμένος με μια όμορφη γυναίκα, που εργάζεται ως καλλιτεχνικός διευθυντής του πρακτορείου διαφημίσεων, με υπέροχα παιδιά και το σεβασμό των συναδέλφων του. Από το πρώτο επεισόδιο, ο Ντον τα είχε όλα. Κάθε επόμενη σεζόν έχει προσπαθήσει να εντοπίσει το γιατί ο Ντον βρίσκεται βασικά ανίκανος να αγαπήσει οτιδήποτε. Και το κλειδί γι’ αυτό είναι το γεγονός ότι η μόνη φορά που έχουμε δει τον Ντον ευτυχισμένο και να αγαπά, είναι όταν δεν είναι ο Ντον Ντρέιπερ. Ο Ντικ Γουίτμαν—το πραγματικό όνομα του Ντον—είναι ο γιος μιας πόρνης, που ποτέ δεν γνώρισε τον πατέρα του, που μεγάλωσε σε απόλυτη φτώχεια. Όταν ο πραγματικός Ντον Ντρέιπερ έχασε τη ζωή του πολεμώντας με τον Ντικ στον πόλεμο της Κορέας, ο Ντικ είδε μια ευκαιρία να είναι διαφορετικός, να είναι τα πάντα που δεν ήταν ο Ντικ.

Ο Τζον Χαμ ως Ντον Ντρέιπερ στο Mad Men του AMC

Ο Τζον Χαμ ως Ντον Ντρέιπερ στο Mad
Men του AMC

Αλλά ακόμα και όταν υιοθέτησε την ταυτότητα του Ντον Ντρέιπερ, να γίνει πλούσιος και ισχυρός και επιτυχημένος, εξακολούθησε να φροντίζει για τη γυναίκα του νεκρού Ντρέιπερ. Και έχει να κάνει μόνο με τις αλληλεπιδράσεις του με τη χήρα του Ντρέιπερ όταν τον βλέπουμε χαρούμενο και χαλαρό—να χαμογελά, να νοιάζεται για κάποιον άλλο, πραγματικά σε θέση να αγαπά.

Η διαφορά είναι ότι η χήρα του Ντρέιπερ βλέπει και ξέρει τον Ντον ακριβώς γι’ αυτό που είναι: ένα μοναχικό, απένταρο άτομο, φοβούμενο ότι θα αποκαλυφθεί, φοβούμενο ότι η ψευδαίσθησή του θα συντριφτεί μπροστά σε όλους. Ο Ντον πιστεύει ότι δεν μπορεί να αγαπηθεί. Όταν κάποιος τον αγαπά—η σύζηγός του, για παράδειγμα—τραβιέται πίσω ενστικτωδώς, όπως ένα χέρι από μια καυτή σόμπα· για τον αυτοδημιούργητο άνθρωπο, το να αγαπηθεί σημαίνει να αποκαλυφθεί. Και έτσι ο Ντον μαστίζεται από το ίδιο παράδοξο που χαρακτηρίζει τον Γκάτσμπυ· ο Ντον αγαπά τη δική του αυτοεικόνα, αλλά μισεί την πραγματικότητα αυτού που ξέρει τι είναι ο εαυτός του—ήτοι, ότι αγαπάει τον Ντον Ντρέιπερ ακριβώς όσο αυτός μισεί τον Ντικ Γουίτμαν.

Όμως η χήρα του Ντρέιπερ δεν ζητά τίποτα απ’ τον Ντον. Χρειάζεται αυτόν, αλλά αυτός την χρειάζεται περισσότερο, επειδή αυτή αντιπροσωπεύει έναν ασφαλές τόπο γι’ αυτόν, κάπου όπου μπορεί απλά να είναι ο Ντικ Γουίτμαν: ο λιποτάκτης, ο αποτυχημένος, ο απατεώνας, ο γιος μιας πόρνης. Νοιάζεται γι’ αυτήν όχι έξω από μια αίσθηση καθήκοντος, αλλά από ευγνωμοσύνη και ευθύνη. Θυσιάζεται για εκείνη όχι χάριν μιας αγάπης που ικετεύει για επιβεβαίωση, αυτό εκπληρώνει μονάχα το πώς κάνει τον εραστή να φαίνεται—αλλά μια αγάπη που αποκαλύπτεται.

Ο Ντον δεν μπορεί να αγαπήσει αυτούς που τον αγαπούν—τα παιδιά του, τις συζύγους του, τους συναδέλφους του, τις ερωμένες του—ένεκα αυτού που νομίζουν ότι είναι: ο γλυκύς, ο ικανός, ο έξυπνος Ντον Ντρέιπερ. Και ομοίως, ο Τζέιμς Γκατς δεν μπορεί να αγαπήσει την Ντείζι εκτός αν αυτή αγοράζει ολόκληρο το πακέτο, τα πλούτη και τη γοητεία, την αίγλη και το Ευρωπαϊκού στυλ κάστρο. Και αυτό είναι το ζήτημα: δεν μπορείς να αγαπήσεις τους άλλους αν εσύ, στον πυρήνα σου, μισείς αυτό που πραγματικά είσαι, και αυτό που έχεις επιλέξει να γίνεις—επειδή τότε αγαπούν κάποιον αναξιαγάπητο (τον εαυτό σου), και είναι χαζοί και ανάξιοι γι’ αυτό, επειδή επιλέγουν ποιον να αγαπούν ανεπαρκώς· και τότε εκείνοι δεν είναι άξιοι της αγάπης (κατά τη δική σου εκτίμηση), επειδή δεν θα έπρεπε να αγαπάς κάποιον τόσο χαζό. Είναι μια αυτοκαταστροφική αρχή: αν μισείς αυτό που πραγματικά είσαι, θα μισείς επίσης καθέναν που σε αγαπά, επειδή είσαι ανίκανος να ξεπεράσεις το πόσο λάθος νομίζεις ότι είναι αυτοί.

Το πρόβλημα στη ρίζα του είναι το εξής: ο Γκάτσμπυ και ο Ντρέιπερ λατρεύουν την εικόνα του Γκάτσμπυ και του Ντρέιπερ, και δεν αγαπούν τους ανθρώπους γύρω τους. Επέλεξαν, με την ελευθερία που τους παρέχει το Αμερικανικό πείραμα, να αναδιοργανωθούν κατ’ εικόνα και ομοίωση τους. Πήραν τις ιδέες που ασπάζεται ο Σαρτρ και απλά δαπανήθηκαν σε αυτό, χονδρικά· κοίταξαν το κενό στα μάτια και αποφάσισαν να το προσπεράσουν. Αλλά δεν μπορούσαν να ξεφύγουν από τον πυρήνα τους, την ψυχή τους, απ’ το ποιοι πραγματικά ήταν. Η αυτοεικόνα που λάτρευαν ποτέ δεν θα μπορούσε να επισκιάσει πλήρως την αυτοαπέχθεια που τους ώθησε να δημιουργήσουν εκ νέου τους εαυτούς τους στην πρώτη θέση.

Ο Τζον Χαμ ως Ντον Ντρέιπερ στο Mad  Men του AMC

Ο Τζον Χαμ ως Ντον Ντρέιπερ στο Mad
Men του AMC

Κάποιος με προβλήματα, αλλά λαμπρός—ο συγγραφέας Ντέιβιντ Φόστερ Γουάλας—αναγνώρισε ανοιχτά τη βαρύτητα αυτού του προβλήματος. Θεωρώντας το, διαισθάνθηκε ότι η ελευθερία δεν ήταν το να επιλέγεις να γίνεις κάποιο αποκορύφωμα επιτυχίας. Στην περίφημη εναρκτήρια ομιλία του στο κολλέγιο Κένυον στο Οχάιο λίγα χρόνια πριν το θάνατό του, ο Γουάλας είπε ότι το πρόβλημα με την ελευθερία όπως ορίζεται από τον δικό μας κόσμο είναι ότι “έχει αξιοποιήσει αυτές τις δυνάμεις με τρόπους που έχουν αποδώσει εξαιρετικό πλούτο και άνεση και προσωπική ελευθερία. Η ελευθερία του όλοι να είμαστε κύριοι των μικροσκοπικών μεγέθους-κρανίου βασιλειών μας, μόνοι στο κέντρο όλης της δημιουργίας.” Στα μάτια του Γουάλας, το Αμερικανικό πείραμα έχει συγχύσει την απόλυτη ελευθερία με τον απόλυτο σολιψισμό.

Ο Γουάλας τόνισε τι βρίσκεται κάτω από το πρόβλημα του Γκάτσμπυ και του Ντρέιπερ: “πάθος λατρείας,” είπε, “και θα καταλήξετε να αισθάνεστε αδύναμοι και φοβισμένοι, και θα χρειάζεστε όλο και περισσότερη εξουσία πάνω σε άλλους για να ναρκώνουν το φόβο σας. Το να λατρεύετε τη διάνοιά σας,  που φαίνεται ως έξυπνη, θα καταλήξετε να αισθάνεστε ηλίθιος, ένας απατεώνας, πάντα στα πρόθυρα του να αποκαλυφθείτε.” Η πραγματική ελευθερία, κατά την εκτίμηση του Γουάλας, “συνεπάγεται προσοχή και επίγνωση και πειθαρχία, και να είστε σε θέση πραγματικά να νοιάζεστε για τους άλλους ανθρώπους και να θυσιάζεστε για αυτούς ξανά και ξανά σε μυριάδες μικρούς, ανελκυστικούς τρόπους καθημερινά.”

Ελευθερία, σε αντίθεση με τον Σαρτρ, είναι το να υποχρεώνεις τον εαυτό σου στους άλλους—όχι να απελευθερώνεις τον εαυτό σου από τις προσδοκίες τους. Είναι το να βρίσκεις τον εαυτό σου στο σταθερό, αδιάκοπο, γνωρίζων, απελευθερωτικό βλέμμα κάποιου που σε γνωρίζει—εσένα, τον εαυτό σου που περιφρονείς—και ο οποίος χαίρεται να είναι κοντά σου, που σε αγαπά έτσι κι αλλιώς. Η ελευθερία, στον πυρήνα της, σχετίζεται με την αγάπη, είναι αναπόσπαστη από την αγάπη, είναι αγάπη.

“Η τελεία αγάπη,” μας θυμίζει ο Ιωάννης, “έξω βάλλει τον φόβον.”

Ο Γκάτσμπυ δεν λατρεύει την Ντέιζι, παρά τις διακηρύξεις του (και ίσως του Λούρμαν) για το αντίθετο: Λατρεύει τον Τζέι Γκάτσμπυ. Ο Ντρέιπερ λατρεύει μόνο τον Ντον Ντρέιπερ. Αγαπάμε αυτόν και αυτό που λατρεύουμε. Αλλά ο Γκάτσμπυ δεν πρόκειται ποτέ να ανακαλύψει αυτό το πράμα, το μόνο σωτήριο πράγμα που θα μπορούσαμε να συγκρατήσουμε για τον Ντον Ντρέιπερ: Η αληθινή ελευθερία βρίσκεται στην αγάπη, και την προσοχή, και τη θυσία για τους άλλους—και στο να αφήνεις την πόρτα ανοιχτή για τους άλλους να κάνουν το ίδιο για εμάς.

To τρέιλερ της ταινίας Ο Υπέροχος Γκάτσμπυ

Το τρέιλερ του Mad Men

 

Πηγή

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *